παρακεντρικός

παρακεντρικός
-ή, -ό
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο παράκεντρο
2. φρ. «παρακεντρική αναστροφή»
βιολ. τύπος χρωματοσωματικής αναστροφής που συντελείται στον έναν από τους δύο βραχίονες ενός χρωματοσώματος και η οποία δεν περιλαμβάνει το κεντρομέρος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παράκεντρος. Η λ. μαρτυρείται από το 1879 στον Γ. Καραμήτσα].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”